Μεγάλο το ταξίδι τής επιστροφής και κουραστικό· όχι ότι οδηγούσα εγώ. Δεν ήμασταν προετοιμασμένοι για κάτι τέτοιο, αλλά άξιζε τον κόπο από κάθε άποψη. Είχαμε περάσει υπέροχα και σίγουρα θα μας έμενε μια αξέχαστη εμπειρία. Θα ξαναπάμε (σύντομα), υποσχεθήκαμε στους εαυτούς μας. Περίεργη υπόσχεση για τα δεδομένα της περίστασης, αλλά ποιος νοιάζεται?
"Έλα να μείνεις σ' εμένα", μου είπε ο Χ., μιας που ήταν αργά για να ψάχνω συγκοινωνία μετά από τόσες ώρες διαδρομής. Ανεβήκαμε πάνω, κατεβήκαμε κάτω, τελικά μπήκαμε σπίτι. Αλλιώς το θυμόμουν και σίγουρα πολύ πιο ψηλά... Ο χώρος έμοιαζε με συμμαζευμένο υπόγειο, αλλά όλως παραδόξως ήταν αρκετά ζεστό. Οι τοίχοι πέτρινοι και το ταβάνι κυρτό, σαν ένα μικρό τούνελ. Τα πάντα γύρω γκρι ή καφέ· ξύλινα. Το σημαντικό εκείνη τη στιγμή ήταν ότι υπήρχαν δύο κρεβάτια διαθέσιμα και μάλιστα το ένα διπλό (του Χ.). Πετάξαμε τα πράγματα πρόχειρα εδώ κι εκεί και χωρίς να χάσουμε λεπτό οριζοντιωθήκαμε. "Τα λέμε αύριο ρε", μου είπε -ή του είπα- και σβήσαμε.
Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι να με ξυπνάνε γνώριμες φωνές και γέλια, ενώ ταυτόχρονα ταρακουνιόταν ολόκληρο το κρεβάτι μου· ή τουλάχιστον έτσι το αισθανόμουν. Δεν είχα ξεκουραστεί αρκετά, αλλά το παράθυρο μαρτυρούσε πως ήταν ήδη πρωί έξω. Πριν καλά καλά ανοίξω τα μάτια μου ένιωσα το σώμα μου να σηκώνεται απότομα, παρά τη θέλησή του. Με είχαν αρπάξει απ' τα χέρια και τα πόδια ο Μ. μαζί με τον ψηλό, με σκοπό, όχι να με πάνε κάπου, απλά να μ' ενοχλήσουν, με την καλή έννοια (και προφανώς να με ξυπνήσουν). Ο Χ. είχε ξυπνήσει ήδη, κατάλαβα, καθώς τον άκουσα να χαζο-γελάει από το κρεβάτι του στ' αριστερά μου. Έκανα μερικές σπαστικές κινήσεις για να μ' αφήσουν κάτω και μετά από μερικά δευτερόλεπτα πειράγματος, πατούσα πλέον στα πόδια μου. "Τι κάνεις εσύ εδώ, πότε ήρθες Θεσ/νίκη", ρώτησα αμέσως τον Μ., προσπαθώντας να ξεκλέψω λίγο χρόνο για να συνέλθω. Είχε έρθει με άδεια από Αθήνα για μερικές μέρες και είχανε συνεννοηθεί με τον ψηλό να έρθουν να μας κάνουν έκπληξη στου Χ.. Πώς ήξεραν ότι θα είμαι κι εγώ εκεί εκείνη τη μέρα, άγνωστο. "Ελάτε, πάμε έξω ν' αράξουμε", είπε ο Χ. και σιγά σιγά συμμαζευτήκαμε και βγήκαμε στην πίσω αυλή.
Δε θυμόμουν ποτέ να υπάρχει αυτό το μέρος, αλλά ήταν υπέροχο και τεράστιο, για αυλή σπιτιού. Είχε στενά, πέτρινα μονοπατάκια εδώ κι εκεί, μια λιμνούλα με ένα σιντριβανάκι στη μέση, ένα πέτρινο πηγάδι σε μια άλλη γωνιά και παντού μεγάλα φυτά, δέντρα και λουλούδια. Εμείς πήγαμε και σταθήκαμε δίπλα στη λευκή, κρεμαστή κούνια και πιάσαμε κουβέντα, χωρίς συγκεκριμένο περιεχόμενο. Ο ψηλός τραβούσε αναμνηστικό βίντεο -κλασικά-, αλλά αυτήν τη φορά είχε πάρει το κινητό μου, διότι η κάμερά του είχε αρχίσει να του βγάζει κάποια προβλήματα με τον ήχο, μας είπε... Κάπου εκεί ήταν η στιγμή που θόλωσαν όλα και θυμάμαι να νιώθω τον εαυτό μου ξύπνιο στο κρεβάτι· ξύπνιο, τρόπος του λέγειν..
Επικρατούσε απόλυτη ησυχία, αλλά είχα μια αίσθηση πως υπήρχαν κι άλλοι στον χώρο, πέρα από μένα και τον Χ.. Ήμουν ξαπλωμένος μπρούμυτα, ως συνήθως. Σκέφτηκα ν' ανοίξω τα μάτια μου σιγά σιγά, προσπαθώντας να μην ενοχλήσω την ησυχία ή τον όποιον... Το παράθυρο μαρτυρούσε πως ήταν ήδη πρωί έξω. Όταν πια τ' άνοιξα εντελώς, ξαφνιάστηκα και πετάχτηκα πάνω απότομα μ' αυτό που αντίκρισα. Ήταν ο ψηλός· ξαπλωμένος στο πάτωμα, μπροστά μου, πάνω σε κάτι μεγάλα μαξιλάρια, να με κοιτάζει επίμονα, περιμένοντας να ξυπνήσω. Την ίδια στιγμή, συνειδητοποίησα ότι ακριβώς πάνω απ' το κεφάλι μου στεκόταν ο Μ., με τον έναν ώμο στον τοίχο και τα χέρια σταυρωτά. "Τι κάνετε εσείς εδώ", ρώτησα μ' ενθουσιασμό και έντονη απορία ταυτόχρονα. "Προσπαθήσαμε να σε ξυπνήσουμε, αλλά μας έδιωχνες", απάντησε ο ψηλός. "Ε, ναι!", του αποκρίθηκα εγώ, αφήνοντας να εννοηθεί πως ήταν το αυτονόητο να συμβεί. Γούρλωσε τα μάτια του και ανασήκωσε τα φρύδια και τους ώμους του έτσι ξαπλωμένος όπως ήταν. "Κοιμηθήκαμε πολύ αργά", συνέχισα, κοιτάζοντας προς το κρεβάτι τού Χ., ο οποίος απ' ό,τι φαινόταν δεν είχε ξυπνήσει ακόμα. Έπειτα γύρισα το βλέμμα μου στον Μ.. "Τι κάνεις εσύ εδώ, πότε ήρθες Θεσ/νίκη", τον (ξανα)ρώτησα, συμπληρώνοντας με ένα έμμεσο, μικρό παράπονο που δε μας ενημέρωσε νωρίτερα. Πάνω που άρχισε να μου λέει τα δικά του, θυμήθηκα το όνειρο που μόλις είχα δει και τον διέκοψα. "Ε, δε θα το πιστέψετε! Σας είδα στον ύπνο μου να έρχεστε εδώ με τον ψηλό σήμερα", τους είπα εντυπωσιασμένος απ' την περίεργη αυτή σύμπτωση και αμέσως άρχισα να τους εξηγώ τις λεπτομέρειες του ντεζαβού. Στα επόμενα δευτερόλεπτα θυμήθηκα και το σημείο με το βίντεο στην αυλή και αυτόματα το χέρι μου πήγε στο κινητό μου. "...Το τράβηξε και βίντεο ο ψηλός", ανέφερα μεταξύ σοβαρού κι αστείου, ενώ ήδη έψαχνα τ' αρχεία τής συσκευής. Προς μεγάλη έκπληξη όλων μας, το βρήκα· το βίντεο ήταν εκεί. Το γέλιο και το εύθυμο κλίμα μού κόπηκαν απότομα. Πάγωσα, δεν είχα λόγια να το σχολιάσω. Άπλωσα τα χέρια μου προς τον Μ. να του δείξω το βίντεο, καθώς κανείς δεν υπήρχε περίπτωση να πιστέψει το τι ισχυριζόμουν πως είχε συμβεί. Την ίδια στιγμή, ο ψηλός γεμάτος περιέργεια είχε σηκωθεί και πλησίαζε να δει κι αυτός το απίστευτο!
Και οι τρεις μας πάνω από την οθόνη ενός κινητού· αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι πριν όντως ξυπνήσω. Αυτήν τη φορά στ' αλήθεια (και όχι στο σπίτι τού Χ.).
21/11/21